Του Νίκου Αβουκάτου
Η Μεσόγειος Θάλασσα κατατάσσεται λόγω των υψηλών επιπέδων περιβαλλοντικής ρύπανσης, του μεγάλου αριθμού ανθρώπων που ζουν κατά μήκος της ακτής, αλλά και λόγω της μισόκλειστης γεωμορφολογίας της λεκάνης ως η έκτη υψηλότερη περιοχή για τη συσσώρευση πλαστικών υπολειμμάτων στον πλανήτη (περίπου μισό εκατομμύριο τόνοι πλαστικών ετησίως – 1,25 εκατομμύρια θραύσματα μικροπλαστικών ανά km2). Τα θραύσματα πλαστικών μικρότερα από 5 mm σε μέγεθος «απελευθερώνονται» όταν τα μεγάλα πλαστικά κομμάτια διασπώνται στη θάλασσα.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις ερευνητών υπολογίζεται ότι στη Μεσόγειο η παραγωγή πλαστικών απορριμμάτων θα τετραπλασιαστεί έως το 2050. Αυτό θα έχει τρομακτικές επιπτώσεις για το θαλάσσιο περιβάλλον, το είδος μας και την ισορροπία της φύσης όχι μόνο σε Μεσογειακό επίπεδο, αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα.
Στην Ελλάδα παράγονται 700.000 τόνοι πλαστικών απορριμμάτων ετησίως, εκ των οποίων σχεδόν 11.500 τόνοι διαρρέουν κάθε χρόνο στις ελληνικές θάλασσες ετησίως, ενώ περίπου το 50% των απορριμμάτων που συλλέγεται για ανακύκλωση είναι επιμολυσμένο με μη ανακυκλώσιμα απόβλητα, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται η όλη διαδικασία ανακύκλωσης πλαστικών. Αυτό κοστίζει περίπου 26 εκατομμύρια ευρώ στη χώρα μας ετησίως εξαιτίας της πλαστικής ρύπανσης.
“Στη χώρα μας ο επίσημος αριθμός εκβρασμένων θαλασσίων θηλαστικών αγγίζει περίπου τα 200 ζώα. Από αυτά τα συμβάντα σε πολλές περιπτώσεις έχει προταθεί η πλαστική ρύπανση που εντοπίζεται μέσα στον οργανισμό των ζώων είτε ως δευτερεύουσα αιτία που ενίσχυσε ή πυροδότησε μία παθολογική κατάσταση είτε ως βασική αιτία με τα στομαχικά περιεχόμενα των ζώων να είναι εντελώς αποκαρδιωτικά”, επισήμανε η Έλενα Ακριτοπούλου, Υποψήφια Διδάκτορας Μοριακής Οικολογίας Θαλάσσιων Θηλαστικών του Τμήματος Γεωπονίας, Ιχθυολογίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Πρέσβειρα στην ΕΕ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και Επιστημονικό μέλος του ΑΡΙΩΝ.
Σύμφωνα με την κ. Ακριτοπούλου στη χώρα οι προσπάθειες για ένα οργανωμένο σύστημα ανταπόκρισης εκβρασμών ξεκίνησε πρόσφατα μετά από συστηματική δουλειά και επιμονή ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, ερευνητικών ινστιτούτων, δημόσιων και άλλων ερευνητικών φορέων για να έχουμε πιο ολοκληρωμένη εικόνα του τι συμβαίνει με τους πληθυσμούς των θαλάσσιων θηλαστικών και τις απειλές τους στοχεύοντας σε μια πιο αποτελεσματική διαχείριση και πολιτική προστασίας αυτών των ζώων και των οικοσυστημάτων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τα μικροπλαστικά απελευθερώνονται έμμονοι οργανικοί ρύποι (ΡΟΡ) όπως οι φθαλικές ενώσεις (Phthalates) και τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCBs), χημικές ενώσεις που χρησιμοποιούνται στην διαδικασία δημιουργίας πλαστικού.
Οι φθαλικές ενώσεις χρησιμοποιούνται για να κάνουν το πλαστικό να διαρκεί περισσότερο και βρίσκονται σε μια σωρεία προϊόντων όπως συσκευασίες, λιπαντικά, κουρτίνες μπάνιου, καλώδια, βερνίκια, φάρμακα, μπογιές, σπρέι μαλλιών, βερνίκια νυχιών, αρώματα και σαπούνια ενώ, τα PCBs χρησιμοποιούνται για να κάνουν το πλαστικό πιο ανεκτικό στη θερμοκρασία και την πίεση καθώς επίσης το σταθεροποιούν.
Οι φθαλικές ενώσεις θεωρούνται τοξικές τόσο για τον άνθρωπο όσο και για τα ζώα όπως τα θαλάσσια θηλαστικά, με πιθανές επιβλαβείς επιπτώσεις στη γονιμότητα και την ανάπτυξη του εμβρύου. Θεωρούνται ότι είναι ενδοκρινικοί διαταράκτες και ορισμένοι από αυτούς ταξινομούνται ως καρκινογόνες καθώς επίσης οδηγούν και σε νευρολογικές ασθένεις. Σήμερα, η παγκόσμια παραγωγή φθαλικών ενώσεων είναι 3 εκατομμύρια τόνοι ετησίως. Τα μικροπλαστικά και γενικότερα η πλαστική ρύπανση ταξιδεύει μέσω της τροφικής αλυσίδας και μέσω της βιοσυσσώρευσης οι συγκεντρώσεις τους αποκτούν τοξικές ιδιότητες επικίνδυνες για την ευζωία των ζώων αυτών.
Ήδη, από το 1ο Συνέδριο των Ωκεανών των Ηνωμένων Εθνών το 2017, βγήκαν πορίσματα για την κατάσταση της πλαστικής θαλάσσιας ρύπανσης και τις υπαρκτές εκτεταμένες επιπτώσεις της στα θαλάσσια θηλαστικά της Μεσογείου. Τα ευρήματα των ερευνών από 100 νεκροτομές και βιοψίες θαλασσίων θηλαστικών στη Μεσόγειο όπου έδειξαν υψηλή μόλυνση των κητωδών από φθαλικές ενώσεις. Η μέση συγκέντρωση του DEHP (το πιο τοξικό φθαλικό) βρέθηκε στον ξηρό ιστό της φάλαινας σε συγκέντρωση 1060 μg/kg (η συγκέντρωση θεωρείται επιστημονικά υψηλή όταν είναι πάνω από 300 μg/kg).
Ένα άλλο πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο υποπληθυσμός του Σταχτοδέφινου (Grampus griseus) στη Μεσόγειο θάλασσα, μόνιμο είδος και των Ελληνικών νερών, το οποίο μετά από μελέτη του 2023, βρίσκεται σε κίνδυνο λόγω πλαστικής ρύπανσης με πληθυσμό του να εκδηλώνει μειωτικές τάσεις. Το είδος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο σε περιβαλλοντικούς ρύπους και τους Έμμονους Οργανικούς Ρύπους (POPs) και έχει προταθεί ως δείκτης χημικής ρύπανσης. Πιο συγκεκριμένα, το Σταχτοδέλφινο καταναλώνει κυρίως χταπόδια και καλαμάρια σε μεγάλους αριθμούς που δυστυχώς βιοσυσσωρεύουν οργανοχλωρίδια.
Γενικότερα, από την πλαστική ρύπανση τα αρσενικά δελφίνια κινδυνεύουν περισσότερο από τα θηλυκά αφού τα θηλυκά κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας τους καταφέρνουν να μειώσουν τα επίπεδα ρύπων στον οργανισμό τους. Παρόμοιες μελέτες στα ίδια είδη έχουν δείξει ότι τα επίπεδα των ρύπων είναι υψηλότερα στα είδη κητωδών που εντοπίζονται στην Μεσόγειο από αυτά στον Ατλαντικό ωκεανό.
“Ας μην ξεχνάμε ότι η διατήρηση των πληθυσμών των θαλασσίων θηλαστικών συμβάλει στην διατήρηση του παγκόσμιου περιβάλλοντος και στην βιωσιμότητα της βιοποικιλότητας και της τροφικής αλυσίδας”, υπογράμμισε η κ.Ακριτοπούλου.
Πηγή : greenagenda.gr